Πέμπτη 3 Μαρτίου 2016

ΝΤΟΥΠ

Είχε βραδιάσει για τα καλά, μεσάνυχτα και κάτι. Γυρνούσα σπίτι απ τον δρόμο της παραλίας και το είδα μπροστά μου ξαφνικά. Ξαπλωμένο στη μέση του δρόμου, ζαλισμένο,  δεν μπορούσε να κάνει βήμα, ούτε και  να καταλάβει  τι του είχε συμβεί. Ήταν μικρό, κατάμαυρο και λίγες στιγμές πιο πριν κλωτσούσε πετρίτσες πλάι στο κύμα. Άκουσε τη μαμά του να το φωνάζει και θέλησε να περάσει τον δρόμο πάλι, να βρεθεί κοντά της. Δεν πρόλαβε. Τώρα είναι σωριασμένο στο δρόμο καταμεσίς και δεν βγάζει άχνα. Απ’ τα μάτια του τρέχουν αίματα, μα με όσες δυνάμεις του έχουν απομείνει σηκώνει το κεφαλάκι του και την κοιτάζει με απορία. Παραδίπλα τα αδέρφια του αμέριμνα παίζουν και γελούν. Το είδα κάπως αργά και δεν πρόλαβα να φρενάρω. Πρόσεξα τουλάχιστον να μην το πατήσω. Όμως την ώρα που πέρναγα από πάνω του άκουσα ένα «ντουπ». Κοίταξα πίσω στον καθρέφτη. Δεν φαινόταν τίποτα. Μόνο μια κόκκινη λίμνη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου