Χτυπήθηκε απ’ τον θάνατο
την στιγμή της δόξας του
Οι γυναίκες του Μοντιλιάνι είναι γυμνά αερικά
με στόματα μικρά και άδειες κόγχες. Το βλέμμα τους είναι πάντα μελαγχολικό και
καρφώνει συνέχεια το άπειρο. Τους αρέσει μόνο να ξαπλώνουν νωχελικά σαν τις γατούλες
και να χαϊδεύονται. Ο Αμεντέο κάθεται στο μπαρ και τις χαζεύει. Παραμένει ακόμα
ανυπάκουος, ταραξίας και αδέκαρος. Πίνει αψέντι και διαβάζει Νίτσε, βήχει
δυνατά και κάπου κάπου ξερνάει μαύρο σαπισμένο αίμα. Η Ζαν στέκεται δίπλα του.
Τον παρακαλεί να προσέχει την υγεία του, μην πιει άλλο, του λέει. Κρατάει τρυφερά τα χέρια
του και χαϊδεύει τα όμορφα μακριά του μαλλιά.
Αυτός πίνει άλλη μια γουλιά απ’ το πράσινο δυναμωτικό του και της χαμογελά με αθωότητα. «Όταν γνωρίσω
την ψυχή σου, θα ζωγραφίσω και τα μάτια σου», της λέει και η τυφλή Ζαν κοκκινίζει από ντροπή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου