Κυριακή 9 Μαρτίου 2025

Η ΔΙΑΔΗΛΩΣΗ (ΤΟ ΠΟΥΛΙ ΚΑΙ ΤΟ ΚΛΟΥΒΙ)

Η ώρα πήγε κιόλας οκτώ. Σουρούπωσε για τα καλά. Ο χρόνος τρέχει κι εγώ από πίσω του ασθμαίνοντας προσπαθώ να τον προλάβω. Κάθε τόσο ξεχνιέμαι και σταματώ. Είμαι αποσβολωμένος. Δεν το κάνω επίτηδες. Πέφτω πάνω σε αναποδιές. Σκοντάφτω σε εμπόδια. Συνήθως οι εκπλήξεις είναι αρνητικές. Μου τυχαίνουν πολλά και διάφορα που με προβληματίζουν. Κάτι πάντα συμβαίνει και αργοπορώ. Βγαίνω από το πρόγραμμά μου. Δεν καταφέρνω να εκπληρώσω τις υποχρεώσεις της ημέρας. Είμαι εκπρόθεσμος στα ραντεβού μου. Στήνω τους συνανθρώπους μου. Τους εκνευρίζω. Βαριούνται να με περιμένουν και φεύγουν. Για καιρό μου κρατάνε μούτρα. Κάποιοι κόβουν τελείως σχέσεις και επαφές μαζί μου. Δηλαδή με στέλνουν στο διάολο. Δεν αξίζει να ασχολούνται άλλο με το άτομό μου. Μου το λένε κατάμουτρα. Δεν τους νοιάζει που με πληγώνουν. Μου αξίζει. Κλείνουν οι πόρτες τριγύρω μου. Στο τέλος θα μείνω τελείως μόνος και αβοήθητος. Με θεωρούν ασυνεπές και αναξιόπιστο άτομο. Δεν έχουν άδικο. Και μεγαλώνοντας γίνομαι ακόμα χειρότερος. Εντελώς ληξιπρόθεσμος. Με πολλά λάθη και παραλείψεις. Για πέταμα.

Όπως και τώρα που βρίσκομαι απέναντι από το τρομακτικό μέγα πλήθος. Υψώνεται μπροστά μου σαν πανύψηλος τοίχος. Με εμποδίζει να συνεχίσω τη βόλτα μου. Ο αγανακτισμένος λαός με τα πανό και τα πλακάτ στα χέρια. Με τις σημαίες του και επικεφαλής τους καθοδηγητές με τις ντουντούκες. Οι ινστρούχτορες και οι εργατοπατέρες προχωρούν πάντα πρώτοι. Μαζί με τους  συνδικαλιστές που μαγειρεύουν τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Καλά και άγια κάνουν. Που απαιτούν επιτακτικά οι απολυμένοι συμβασιούχοι να επιστρέψουν στις δουλειές τους και να μονιμοποιηθούν. Και να έχουν καλύτερους μισθούς και συνθήκες εργασίας. Πίσω τους ακολουθεί το κοπάδι. Θέλουν να κάνουν πορεία για να διαμαρτυρηθούν. Να ασκήσουν πιέσεις προς κάθε κατεύθυνση. Κινδυνολογούν ασύστολα. Η κατάσταση είναι κρίσιμη. Έτσι λένε. Δεν γίνεται να μείνουν με σταυρωμένα χέρια. Πρέπει κάπως να αντιδράσουν. Μου φαίνεται ύποπτο και ποταπό. Το πονηρό μου μυαλουδάκι τρέχει σε περίεργα δρομάκια. Ξυπνάτε ρε. Αυτοί δεν ρισκάρουν τίποτα απολύτως. Όλα γίνονται για τα μάτια του κόσμου. Εκτελούν δήθεν το καθήκον τους. Το παίζουν αγωνιστές και κατατρεγμένοι αυτοί που πλέον είναι τακτοποιημένοι και συμβιβασμένοι μικροαστοί. Είναι πονηρούληδες. Και φυσικά όλα γίνονται για το στομάχι. Για να χορτάσει και να φουσκώσει. Να γίνει μεγαλύτερο. Και για να κοιμούνται το βράδυ με ήσυχη συνείδηση τον ύπνο του δικαίου. Τίποτα να μην τους ταράζει. Δηλαδή πάλι στο προσωπικό συμφέρον καταλήγουμε. Τι αλληλεγγύη και κουραφέξαλα μου τσαμπουρνάνε. Δεν τους πιστεύω. Δεν εμπιστεύομαι κανέναν τους.

Έτσι κι αλλιώς δεν ξέρω στη συγκεκριμένη περίσταση ποια είναι τα αιτήματά τους. Τυχαία χώθηκα ανάμεσά τους. Μπήκα κατά λάθος μες στα πόδια τους. Αλλού πήγαινα κι αλλού βρέθηκα. Αν και δεν έχει μαζευτεί πολύς κόσμος και οι περισσότεροι είναι νεαροί. Δεν έχουν ξεκινήσει ακόμα. Με περιμένουν κάνοντας ζέσταμα. Φωνάζουν συνθήματα ενάντια στην κυβέρνηση και την πλουτοκρατία. Ενάντια στον καπιταλισμό. Ξυπνάτε ρε. Ζούνε με ψευδαισθήσεις. Βλέπουν ευφάνταστα όνειρα. Νομίζουν ότι βγαίνοντας στο δρόμο κάτι θα αλλάξει. Ότι η κοινωνία θα γίνει καλύτερη. Πιο δίκαιη. Σκατά στα μούτρα τους. Ενώ οι ίδιοι παραμένουν κουτοπόνηροι και υποκριτικοί εαυτούληδες. Δυστυχώς αυτό δεν γίνεται. Είναι λίγοι μα φανατισμένοι σαν χουλιγκάνοι και μου προκαλούν τρόμο. Η ηττοπάθεια απαγορεύεται δια ροπάλου σύντροφε. Φοβάμαι μη με ποδοπατήσουν. Ίσως καταλάβουν ότι είμαι ξένο σώμα και με προπηλακίσουν. Ένας χαφιές και πράκτορας του κράτους και του ταξικού εχθρού και με κάνουν τουλούμι στο ξύλο. Αρχίζω να ιδρώνω. Πρέπει να τους παρακάμψω. Να αλλάξω δρομολόγιό. Να πάω από αλλού. Να μην πέσω πάνω τους. Να μην με παρασύρει το ποτάμι και με πνίξει. Ο όχλος είναι πάντα επικίνδυνος. Κάποιες φορές γίνεται αιμοσταγής γιατί έχει πάντα το δίκιο με το μέρος του. Κάνει εγκλήματα επειδή είναι ο αδικημένος της υπόθεσης. Για να πάρει το αίμα του πίσω και να εκδικηθεί. Τρίχες μπούρδες και πράσινα άλογα. Μπουρμπουλίθρες και μπουρμπούτσαλα πολύχρωμα. Όταν έχασα εγώ τη δουλειά μου κανείς από αυτούς δεν ήρθε να μου συμπαρασταθεί. Να με υποστηρίξει. Να με συντρέξει. Όταν με διώξανε κακήν κακώς. Με τι κλοτσιές. Εμείς οι λογιστές δεν έχουμε σωματείο αλληλοβοήθειας.  Δεν πειράζει. Δεν τους κράτησα κακία. Τους συγχώρεσα. Έφταιγα κι εγώ. Δεν ήμουν οργανωμένος. Ήμουν εντελώς απροστάτευτος και μόνος απέναντι σε κάθε εργοδοσία. Μου άξιζε και καλά να πάθω.

Σε όλη μου τη ζωή δεν πήρα ποτέ μέρος σε διαδηλώσεις και απεργίες. Ίσως μόνο δυο τρεις νεανικές απερισκεψίες να έκανα στα φοιτητικά μου χρόνια μα όχι περισσότερες. Μετά έβαλα μυαλό. Απέφυγα όπως ο διάβολος το λιβάνι τις μεγάλες μαζώξεις και τις μαζικές κινητοποιήσεις. Δεν άντεχα τον ασφυκτικό συνωστισμό. Για οποιοδήποτε λόγο. Δεν αριθμήθηκα. Μπορεί κι από τεμπελιά. Ίσως και από υπέρμετρο εγωισμό. Ήθελα να ξεχωρίζω. Να είμαι κάτι διαφορετικό. Και όποτε βρέθηκα κατά λάθος ανάμεσά τους το έβαλα στα πόδια με το φόβο μη με αναγνωρίσει κάνας γνωστός και γίνω ρεζίλι των σκυλιών. Δεν νιώθω άνετα ανάμεσα σε άγνωστους ανθρώπους. Νομίζω ότι απειλούμαι. Ότι ανά πάσα στιγμή κινδυνεύω να με ποδοπατήσουν. Να φάω καμιά αδέσποτη σφαίρα απ’ τους μπάτσους στο κεφάλι. Δεν έχουν γίνει και λίγα. Ή καμιά μολότοφ από τους κουκουλοφόρους και τους μπαχαλάκηδες. Τους επαναστάτες της φακής. Άλλοι συμφορά κι αυτοί. Να χάσω τη μία και μοναδική μου ζωούλα. Να γίνω ήρωας με το ζόρι. Παρά τη θέλησή μου. Και χωρίς αποτέλεσμα. Πάλι τίποτα δεν θα αλλάξει. Η κοινωνία θα συνεχίσει να προχωρά όπως και πριν με τους δικούς της ρυθμούς και κανόνες. Δεν πρόκειται να απελευθερωθεί. Άλλη μια άχρηστη θυσία στα πλαίσια της δήθεν εργατικής πάλης. Άλλος ένας οσιομάρτυρας και άγιος του ιερού ταξικού αγώνα. Πρέπει σύντροφε να συνειδητοποιηθείς. Σφάξε με λοιπόν αγά μου να αγιάσω. Δεν το επιθυμώ. Σιγά τον καλύτερο κόσμο που θα ‘ρθει. Εγώ έτσι κι αλλιώς θα λείπω. Δεν θα με νοιάζει. Όλα πιο πολύ για το στομάχι γίνονται κι όχι για τις ελευθερίες και τα δικαιώματα. Όχι για τη συμπόνια και τη δικαιοσύνη. Ο άνθρωπος πρέπει να βελτιωθεί μα δεν μπορεί. Γι’ αυτό χρειάζεται ακόμα ινδάλματα και σωτήρες. Έστω και νεκρούς. Χα χα. Μπορεί και να με κάνουν άγαλμα. Να στήσουν στη μνήμη μου έναν τεράστιο ανδριάντα και κάθε χρόνο να με τιμούν συνεχίζοντας τους αγώνες για ένα καλύτερο αύριο. Να με προσκυνούν έστω και μετά θάνατο. Σαν να σπρώχνουν όλοι μαζί έναν τοίχο περιμένοντας να πέσει. Μα και τι. Δεν μπορούμε να μείνουμε με σταυρωμένα χέρια. Κάτι πρέπει να κάνουμε. Σωστό κι αυτό μα εγώ έχω υιοθετήσει διαφορετικούς τρόπους αντίστασης και πάλης. Ολόδικούς μου. Πιο έξυπνους και λιγότερο επικίνδυνους. Περιφρονώντας τη φήμη και τη δόξα. Ακόμα και τη μεταθανάτια. Ολομόναχος. Μακριά από τα κοπάδια και τις αγέλες. Τα μαντριά και τις στρούγκες. Κι ας με λένε ηττοπαθή και απαισιόδοξο. Ότι είμαι ένα φοβισμένο και βολεμένο ανθρωπάκι του καναπέ. Σκοτίστηκα. Χέστηκα. Δεν με νοιάζει η άποψή τους. Τουλάχιστον δεν έχω τις δικές τους αυταπάτες και ψευδαισθήσεις. Αν δεν υποκρίνονται. Αν δεν κοροϊδεύουν τον ίδιο τους τον εαυτό. Αν δεν εξυπηρετούν σκοτεινά και ανομολόγητα συμφέροντα. Αν δεν είναι πονηρούληδες. Πολλά τα αν και ποιον να εμπιστευτείς. Δεν μπορείς να μπεις μέσα στο κεφάλι του άλλου. Ούτε καν στο δικό σου. Έτσι κι αλλιώς μεγάλος ο κόπος και μικρό το όφελος. Δεν συμφέρει. Πολύ κακό για το τίποτα. Ξυπνάτε ρε. Χα χα.

Ουπς. Ξαφνικά νιώθω ένα χέρι να μου σφίγγει το μπράτσο και να με τραβάει απ’ το μανίκι. Με είχε γαντζώσει για τα καλά. Δεν μπορούσα να του ξεφύγω. Κάπου σε ξέρω εσένα. Χαμογελούσε φαρδιά πλατιά. Ωραίος άντρας. Τον θυμήθηκα. Φυσικά ούτε φίλοι ήμασταν ποτέ ούτε σύντροφοι. Παλιός γνώριμος από τα φοιτητικά μου χρόνια. Δεν κάναμε στενή παρέα. Κάνα γεια λέγαμε μόνο. Δυο τρία χρόνια μεγαλύτερος. Φυσικός σπούδαζε. Έτσι νομίζω. Δεν είμαι σίγουρος. Ούτε αν τέλειωσε. Ίσως να παραμένει αιώνιος φοιτητής και να κινδυνεύει τώρα που άλλαξε ο νόμος με διαγραφή. Ποιος ξέρει. Βρισκόμασταν σε κάτι συνελεύσεις της κακιάς ώρας γεμάτες βαβούρα και τζέρτζελο. Και στις διαδηλώσεις για το πανεπιστημιακό άσυλο εκείνον τον καιρό. Που τελικά κατάφεραν να το καταργήσουν. Έστω και με κάποια καθυστέρηση. Δεν έχει σημασία. Στο τέλος πάντα πετυχαίνουν τον στόχο τους. Υπομονή χρειάζεται. Εκείνος από τότε ασχολιόταν με τα πολιτικά. Δεν ήταν κακός. Φαινόταν ιδεολόγος. Ότι πραγματικά πίστευε σε ιδανικά και αξίες και ήθελε να αλλάξει τον κόσμο. Γι’ αυτό και έχτιζε καριέρα ξεκινώντας από τις φοιτητικές παρατάξεις και τις κομματικές νεολαίες. Έτσι έπρεπε. Στην αρχή αφισοκολλητής και παιδί για όλες τις δουλειές. Πάντα είχε μπόλικη λάντζα η επανάσταση. Τον έβλεπα. Ήταν ικανός και πρόθυμος με λαμπρό μέλλον. Ξύπνιο παιδί. Δεν απογοητεύτηκε ποτέ. Δεν τον πήρε από κάτω. Είχε ισχυρή θέληση. Άνθρωπος της δράσης. Και με μεγάλες επιτυχίες στο ασθενές φίλο. Τουλάχιστον τότε. Μετά δεν ξέρω τι Έκανε. Χαθήκαμε εντελώς.

Χαιρετηθήκαμε. Τον ρώτησα για την διαδήλωση. Δεν γιορτάζανε μονάχα την εργατική πρωτομαγιά έστω και κάπως ετεροχρονισμένα. Γινόταν και για την γενικότερη παγκόσμια κατάσταση. Διαμαρτύρονταν και αγωνίζονταν για να σταματήσουν οι πόλεμοι στην περιοχή μας και για να μην εμπλακεί άλλο η χώρα μας σ’ αυτούς. Δηλαδή παρ’ το αυγό και κούρευ’ το. Και ποιος θα τους ακούσει. Αλλά έτσι έπρεπε να κάνουν. Είναι μέσα στα κομματικά τους καθήκοντα και υποχρεώσεις. Σε λίγο θα ξεκίναγαν. Του ζήτησα συγνώμη μα δεν μπορούσα να πάω μαζί τους. Παρόλο που η βόλτα τους θα ήταν σύντομη. Σαν υγιεινή γυμναστική. Ένας μικρός κύκλος γύρω από το κέντρο της πόλης. Κατόπιν θα μαζεύονταν οι σύντροφοι σε μία παλιά ταβέρνα στην απάνω χώρα πλάι στο κάστρο για να αναλύσουν την διεθνή κατάσταση. Ήμουν ευπρόσδεκτος. Έτσι μου είπε. Βρήκα μια δικαιολογία για να ξεφύγω. Να τον ξεφορτωθώ. Δυστυχώς ήμουν βιαστικός. Είχα μια πολύ σοβαρή δουλειά. Έπρεπε να πάω αμέσως στο σπίτι. Είναι άρρωστο το πουλί μου μες στο κλουβί και πρέπει να του δώσω το φάρμακό του. Το ξέχασα όλη τη μέρα και είναι ζήτημα ζωής και θανάτου. Επιπλέον πρέπει να του βάλω τροφή και να του αλλάξω το νερό. Το έχω αφήσει νηστικό και φοβάμαι μη μου ψοφήσει. Θα ήταν κρίμα. Κελαηδάει τόσο όμορφα το καημένο. Ευχαριστώ για την πρόσκληση αλλά μια άλλη φορά. Δεν ξέρω αν έγινα πιστευτός μα φάνηκε να στεναχωρήθηκε από την άρνησή μου. Ήθελα να τον αποφύγω.

Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε μια ντουντούκα να δίνει το σύνθημα της εκκίνησης δυναμώνοντας τον αγωνιστικό παλμό. Ξυπνάτε ρε. Οι λιγοστοί διαδηλωτές έσβησαν τα τσιγάρα και ανασυντάχθηκαν μπαίνοντας στις γραμμές τους. Περιμετρικά τοποθετήθηκε η περιφρούρηση για να μην υπάρξουν αλλότριες εισροές και προβοκάτσιες. Η πορεία ξεκίνησε. Δώσαμε πάλι τα χέρια με την ελπίδα να συναντηθούμε ξανά με κάποια άλλη αφορμή. Έστω και για ένα καφέ να θυμηθούμε τα παλιά. Εκείνος πήγε να βρει τους συντρόφους του κι εγώ έκανα στην άκρη για να μη με ποδοπατήσουν. Δεν θα πήγαινα σπίτι. Το κλουβί είναι πλέον άδειο με την  πόρτα του ανοιχτή. Το πουλί έχει βγει έξω. Δεν θέλει να κελαηδάει άλλο για τους ανθρώπους. Πλησιάζει στο φως. Με το ράμφος του χτυπάει το τζάμι επίμονα και απελπισμένα. Πληγώνεται και ματώνει μα επιμένει. Θέλει να πετάξει πέρα μακριά προς την ελευθερία. Έξω από τις φυλακές και τα κλουβιά. Αλλιώς θα προτιμήσει να πεθάνει. Οικειοθελώς.  


2 σχόλια:

  1. Διήγημα ρεαλιστικό με πολλές πικρές αλήθειες, απαισιόδοξο, αλλά και λίγο ισοπεδωτικό. Μέσα σε αυτό τον όχλο πάντα θα υπάρχουν και αυτοί που αγωνίζονται και ελπίζουν σε κάτι καλύτερο. Μηδενίζοντας τις προθέσεις όλων, μπορεί να αδικείς κάποιους έστω και λίγους και παράλληλα αποκλείεις την ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Δεν έχεις άδικο. Θα συμφωνήσω μαζί σου. Είμαι λίγο απαισιόδοξος, κυρίως σε ζητήματα πολιτικής. Πάντως, ο καθένας κάνει ό,τι μπορεί. Τώρα τι αποτέλεσμα θα έχει είναι άλλου παπά ευαγγέλιο. Έστω και αν η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία!

      Διαγραφή