Τρίτη 26 Ιουλίου 2016

ΤΟ ΚΑΚΟ ΜΑΤΙ

Όλη μου την εφηβεία θυμάμαι την πέρασα ματιασμένος. Ανεξήγητος πονοκέφαλος, κεφάλι βαρύ και το κακό μάτι έφευγε μόνο με ειδικό τελετουργικό από μία  εκπαιδευμένη γειτόνισσα, φίλη της μητέρας μου. Σε ένα ποτηράκι με νερό έριχνε τρεις σταγόνες λάδι και αν γινόντουσαν μία μεγάλη που, ως εκ θαύματος, διαλυόταν στο νερό, ήσουν φουλ ματιασμένος. Ποτέ δεν ρώτησα τον χημικό του σχολείου πως εξηγεί η επιστήμη το συγκεκριμένο φαινόμενο, γιατί την εποχή εκείνη πίστευα πραγματικά σε τέτοιου είδους παγανιστικά μαγικά και ξόρκια, τα δεχόταν μάλιστα και η ορθόδοξη εκκλησία μας. Έτσι κι αλλιώς, έφερνε αποτέλεσμα. Η καλή ξεματιάστρα λοιπόν σου έδινε να πιεις τρεις γουλιές λαδόνερο από διαφορετικές μεριές του ποτηριού, σου σταύρωνε το κούτελο και ταυτόχρονα μουρμούραγε από μέσα της τη λυτρωτική προσευχή. Έπειτα, χασμουριόταν με το στόμα ορθάνοιχτο για κάμποση ώρα, «σε καλό μου αναφωνούσε, τι κακό μάτι είναι αυτό, ποιος σε έφαγε παιδάκι μου» και το έπαιρνε όλο το επάνω της. Το απίστευτο είναι πως όλο αυτό το κόλπο έφερνε αποτέλεσμα και ο πονοκέφαλος, η βαριά ζάλη μου περνούσε αμέσως. Ίσως βέβαια, τα ίδια αποτελέσματα να είχε και ένα απλό ντεπόν -τότε δεν είχαν βγει στην αγορά ακόμα τα αναβράζοντα- μα όπως και να ‘χει εκείνα τα χρόνια πίστευα στις μαγγανείες. Έτσι κι αλλιώς ήμουνα και σαββατογεννημένος, κάπως αλαφροΐσκιωτος δηλαδή, και στο ζώδιο λιοντάρι του Ιούλη,σίγουρα  όλα αυτά κάποιο ρόλο θα έπαιζαν. Δυστυχώς τα ματιάσματα ήταν συχνά, παρόλο που δεν ήμουν κανένας γόης, ψιλός και άγαρμπος ήμουνα, μία πάχαινα μία αδυνάτιζα και φορούσα κάτι μεγάλες γιαλούμπες φώτο γκρέι, γάμησέ τα δηλαδή, ποιο κακό μάτι και κουραφέξαλα. Παρ’ όλα αυτά αποφάσισα να γίνω και γω «ξεματιάστρα» και αν  τα κατάφερνα θα γινόμουν και εξορκιστής, πολεμιστής κάθε επί γης κακού και αρωγός όλων των δυστυχισμένων. Η καλή γειτόνισσα με ενημέρωσε για την διαδικασία. Την Μεγάλη Παρασκευή, μετά την περιφορά του επιταφίου, έπρεπε να μπω μέσα στην εκκλησία και να πω τρεις φορές το συγκεκριμένο ξόρκι του κακού, το οποίο πηγαίνει μόνο από άντρα σε γυναίκα και το αντίθετο. Επομένως μπορούσε να μου το γράψει στο χαρτί. Και ήταν το εξής: «Ο Χριστός  νικά κι όλα τα κακά σκορπά και η παρθένα η παναγιά το μάτι της/του … νικά», όπου ενδιάμεσα έβαζες το όνομα του ματιασμένου.  Το ξόρκι έπρεπε να μείνει μυστικό απ’ τους αμύητους, αλλιώς θα το έχανα και μόνο σε κοπέλα βέβαια μπορούσα να το πω κάποια άλλη Μεγάλη Παρασκευή. Εννοείται πως ποτέ δεν ξεμάτιασα κανέναν –ούτε εξορκιστής έγινα- και όλα αυτά με το πέρασμα του χρόνου ξεχάστηκαν. Σύντομα η καλή γειτόνισσα τσακώθηκε με την μάνα μου, κάποια στιγμή φύγαμε από την γειτονιά, μετά από λίγο η μάνα μου πέθανε. Την καλή ξεματιάστρα τελευταία φορά την είδα στην κηδεία της μάνας μου, πριν από δεκατέσσερα χρόνια δηλαδή. Το περίεργο είναι πως από τότε δεν με ξανάπιασε το κακό μάτι. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου