Το πρωί, όταν ξύπνησα, το
καλάθι δίπλα μου στο πεζοδρόμιο ήταν ακόμη άδειο, ούτε σήμερα είχε γυρίσει. Εδώ
και ένα μήνα ο μπόμπος έχει εξαφανιστεί. Πρωτόγνωρα πράγματα, δεν το ‘χε
ξανακάνει, ειδικά στην κατάσταση που είναι τελευταία. Κι όμως, αναστήθηκε και
το ‘βαλε στα πόδια. Με έχουν ζώσει τα μαύρα φίδια, ανησυχώ μην έπαθε κάτι, αν
και είναι έμπειρος και πολύ προσεκτικός γάτος. Ίσως πάλι, απλά, να ψόφησε.
Έψαξα παντού, δεν τον βρήκα
πουθενά. Κοίταξα ακόμα και μέσα στους κάδους των απορριμμάτων, κάθε φορά άνοιγα
έντρομος το καπάκι μην τον δω πεταμένο ανάμεσα στα αποφάγια και τα σκουπίδια,
σίγουρα θα τον αναγνώριζα. Τουλάχιστον, τότε θα έπαιρνε τέλος η αγωνία μου. Ήθελα
να τον θάψω με τα χέρια μου. Όμως, τίποτα, πουθενά, άφαντος. Ίσως, αποφάσισε να
πεθάνει μόνος του, τις τελευταίες του στιγμές να λουφάξει σε ένα ήσυχο μέρος,
να κλείσει τα μάτια και να περιμένει. Ποιος ξέρει, ίσως να μην ήθελε να με
στεναχωρήσει, όταν θα τον έβλεπα δίχως ανάσα και πνοή, ενώ τώρα θεωρείται αγνοούμενος,
σαν να έχει πάει κάποιο μακρινό ταξίδι σε κάποια άγνωστη χώρα και ίσως κάποτε
να επιστρέψει. Ο φίλος μου ο καφετζής προσπαθούσε να μου δώσει κουράγιο και να
με παρηγορήσει. Μην ανησυχείς και χαλάς τη ζαχαρένια σου, μια χαρά είναι, θα
δεις ότι θα γυρίσει, μου ‘λεγε χαμογελαστός και πάντα αισιόδοξος. Έτσι
τουλάχιστον έδειχνε.
Όμως, υπήρχε κι ένα άλλο,
πιο σοβαρό πρόβλημα. Την τελευταία βδομάδα κάποιος ψυχοπαθής είχε βάλει σκοπό
να εξολοθρεύσει όλες τις γάτες, με καλή συγκομιδή. Κάθε πρωί βρίσκονταν ψόφιες
τέσσερις με πέντε σε διάφορα σημεία της πόλης για να μην τον εντοπίζουν, να
μπερδεύονται και να χάνουν τα ίχνη του, μάλιστα με τον ίδιο τρόπο, με κομμένο
το λαιμό απ’ την μια άκρη μέχρι την άλλη. Δεν ρίχνει φόλες, ούτε τις χτυπάει με
πέτρες, ούτε τις πυροβολεί. Είναι σαδιστής, θέλει να απολαμβάνει κάθε φορά τον
πόνο και την τρομάρα τους, προτού τις εξολοθρεύσει. Επομένως, με κάποιο τρόπο,
ο καργιόλης τις πιάνει στα βρωμόχερά του, τα καταφέρνει καλά. Και πάντα στον
τόπο του εγκλήματος αφήνει ένα χαρτάκι με τον αύξοντα αριθμό των θυμάτων του.
Ο άνθρωπος είναι άρρωστος,
για δέσιμο, έχει χαλασμένα μυαλά. Η αστυνομία τον έχει χαρακτηρίσει κατά συρροή
δολοφόνο, επικίνδυνο για την δημόσια ασφάλεια και ψάχνει να τον βρει, μαζεύοντας
γενετικό υλικό και εικόνες από κάμερες ασφαλείας και μαρτυρίες από περαστικούς,
όμως εκείνος ακόμα ξεφεύγει, γράφει η εφημερίδα. Η περίπτωσή του έχει γίνει και
πρώτο θέμα στα δελτία ειδήσεων της τηλεόρασης, είναι πλέον διάσημος. Μα και να
τον τσακώσουν, το πολύ να τον κλείσουν σε κάνα μουρλάδικο για κάποιο διάστημα,
ύστερα να τον αμολήσουν κι εκείνος να αρχίσει τα ίδια. Σιγά μη θεραπευτεί.
Μέχρι τώρα δεν έχει έρθει
από την περιοχή μου, εδώ δεν έχουν υπάρξει θύματα, μα φοβάμαι μήπως ο μπόμπος
βρέθηκε στο δρόμο μου. Αν και είναι καχύποπτος με τους ανθρώπους, δεν τους
εμπιστεύεται, ακόμα κι αν του δίνουν τροφή, τους αποφεύγει όπως ο διάολος το
λιβάνι, και καλά κάνει, μα ποτέ δεν ξέρεις πότε θα έρθει η κακιά στιγμή. Δεν το
‘χω πει σε κανέναν, μα εκείνος ο ψυχάκιας από μένα θα το ‘βρει, εγώ θα τον
απαλλάξω απ’ τον ανωφελή του βίο. Μένω άυπνος όλη νύχτα και τον περιμένω με τον
σουγιά στο χέρι. Δεν μπορεί, θα σκάσει μύτη κι απ’ τα μέρη μας. Θα του φάω τον
καρύτζαφλο του παλιόπουστα, να ξεβρομίσει ο τόπος απ’ την παρουσία του. Και να
σωθούν οι κακόμοιρες οι γατούλες από τον μεγάλο διωγμό, να σταματήσει η γενοκτονία
τους. Στο τέλος δεν θα μου γλυτώσει. Θα πέσει στα χέρια μου και θα τον γαμήσω
από όπου κρατιέται. Ακόμα κι αν βρω το γάτο μου ζωντανό.
Τράβηξα για το
φαρμακείο για να κάνω τις εισπνοές μου.
Μόλις με είδε ο νεαρός βοηθός πίσω από τον πάγκο, με καλημέρισε χαμογελαστός.
Είναι ειδικευόμενος ακόμη, κάνει την πρακτική του, μα φαίνεται σοβαρός και
μετρημένος, σίγουρα θα γίνει καλός επαγγελματίας. Του χαμογέλασα κι εγώ. Η ομορφιά
μου φτιάχνει πάντα τη διάθεση, όσο σκατά και να ‘μαι, και με ξεκουράζει. Τον
ρώτησα για το αφεντικό του, έχει κάπου πεταχτεί, μου είπε, δεν θα αργήσει.
Κάθισα στην καρέκλα, μου φόρεσε τη μάσκα κι άρχισα τις εισπνοές. Άλλη μια μέρα
έπαιρνα παράταση και τώρα υπήρχε σοβαρός λόγος να το κάνω, λογάριαζα τη ζωούλα
μου λίγο περισσότερο, έπρεπε να προσέχω. Ο καρκίνος προχωρούσε αργά αλλά
σταθερά, μα εγώ έτρεχα να προλάβω. Είχα μια σημαντική υποχρέωση να
διεκπεραιώσω, προτού ταξιδέψω στο επέκεινα και γίνω αστρόσκονη. Προτού
ξανασυναντήσω τον μπόμπο μου, όπου κι αν βρίσκεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου