Τρίτη 10 Δεκεμβρίου 2019

ΜΑΡΚΟΣ ΒΑΜΒΑΚΑΡΗΣ (1905-1972)



Όλοι οι ρεμπέτες του ντουνιά
Όλοι οι ρεμπέτες του ντουνιά εμένα αγαπούνε
μόλις θα μ’ αντικρίσουνε θυσία θα γενούνε

Όλοι οι κουτσαβάκηδες που ζούνε στο κουρμπέτι
κι αυτοί μες στην καρδούλα τους έχουν μεγάλο ντέρτι

Κι όσοι δεν με γνωρίζουνε τώρα θα με γνωρίσουν
εγώ κάνω την τσάρκα μου κι ας με καλαμπουρίζουν

Εγώ φτωχός γεννήθηκα τον κόσμο έχω γνωρίσει
Μέσα απ’ τα φύλλα της καρδιάς εγώ ‘χω μαρτυρήσει

Φραγκοσυριανή
Μια φούντωση μια φλόγα έχω μέσα στην καρδιά
λες και μάγια μου ‘χεις κάνει Φραγκοσυριανή γλυκιά

Θα ‘ρθω να σε ανταμώσω κάτω στην ακρογιαλιά
θα ‘θελα να με χορτάσεις όλο χάδια και φιλιά

Θα σε πάρω να γυρίσω Φοίνικα, Παραγκοπή
Γαλισσά και Ντελαγκράτσια και ας μου ‘ρθει συγκοπή

Στο Πατέλι, στο Νιχώρι, φίνα στην Αληθινή
και στο Πισκοπιό ρομάντζα γλυκιά μου Φραγκοσυριανή

Μαύρα μάτια μαύρα φρύδια
Μαύρα μάτια μαύρα φρύδια κατσαρά μαύρα μαλλιά
άσπρο πρόσωπο σαν κρίνος και στο μάγουλο ελιά

Τέτοιαν εμορφιά ποτές μου αχ τσαχπίνα μου γλυκιά
δεν την έχω απαντήσει εις ετούτο το ντουνιά

Μαυρομάτα μου για σένα εκατάντησα τρελός
θα πεθάνω, δεν αντέχω, έχω γίνει φθισικός

Πόνους έχω εγώ κρυμμένους μες στα φύλλα της καρδιάς
με τα μαγικά σου μάτια όταν φως μου με κοιτάς

Τα ζηλιάρικά σου μάτια
Τα ζηλιάρικά σου μάτια μ’ έχουνε τρελάνει
δε λογάριασα παλάτια, σκλάβο μ’ έχουν κάνει
μαραζώνω, σαν το κεράκι λειώνω
με παιδεύεις, γιατί δε μ’ αγαπάς

Σε αγάπησα στ’ αλήθεια και για σένα κλαίω
έχω φλόγα μες στα στήθια, άκου που σου λέω
η ματιά σου, η άστατη καρδιά σου
μου ‘χουν πάρει το δόλιο μου μυαλό

Είναι κρίμα να μ’ αφήνεις μόνο μου να λειώνω
μαύρη συντροφιά μου δίνεις, μοναχά τον πόνο
σ’ αγαπεύω, σε λατρεύω
μην κακιώνεις γιατί θα τρελαθώ

Μπουζούκι μου διπλόχορδο
Μπουζούκι μου διπλόχορδο, μπουζούκι μου καημένο
μονάχα συ παρηγορείς κάθε φαρμακωμένο

Το ντέρτι που ‘χω στην καρδιά το ξέρεις και λυπάσαι
πριν να με κάψεις άπιστη, ποιος ήμουν το θυμάσαι

Τώρα με αποστρέφονται, με λένε αλανιάρη
τι θέλω πια τέτοια ζωή, ο χάρος να με πάρει

Κι αν είμαι’ αλάνης φουκαράς δεν φταίω σας το λέω
για δυο ματάκια ψεύτικα μέρα και νύχτα κλαίω

Μπουζούκι σύντροφε πιστέ εσύ μονάχα μένεις
αυτή την ψεύτικια ζωή να μου την εγλυκαίνεις
 
Καραβοτσακίσματα
Βάσανα, πίκρες, φαρμάκια, καραβοτσακίσματα
σαν τον βράχο που τον δέρνουν της θάλασσας τα κύματα

Τι φταίω και με παιδεύεις, αχ τι γυρεύω κι άλλον λατρεύεις
δε μ’ αγαπάς, αχ πες μου το, γιατί ‘μαι μόρτης φουκαράς
Θα σβήσω, κι αν δεν θα ζήσω, δεν θ’ αγαπήσω,
θα λησμονήσω, στα καραβοτσακίσματά μου μη γελάς

Μες στο σπίτι μου για σένα όλοι με μαλώνουνε
και με ζόρικες κουβέντες που με φαρμακώνουνε

Της αγάπης ο ζητιάνος
Μονάχος μες στην καταχνιά σαν το στοιχειό στην ερημιά
φεύγω δυστυχής και πλάνος, της αγάπης ο ζητιάνος

Με δέρνουν όλοι οι καιροί, είναι το χτύπημα βαρύ
πως θ’ αντέξω απελπισμένος κι από σένα προδομένος

Δεν έχω ελπίδα πια καμιά, μοιάζω σπασμένη καλαμιά
ποιος πονεί στον κόσμο απάνω, μιας αγάπης ο ζητιάνος

Πρέπει να ξέρεις μηχανή
Πρέπει να ξέρεις μηχανή να κόβει μαύρα μάτια
γιατί σαν σε κοιτάζουνε σε κάνουνε κομμάτια

Να ‘σαι κουρνάζος κι έξυπνος κι όλο με ζοριλίκι
για μαύρα μάτια ζόρικα να ‘χεις το νταηλίκι

Να ‘χεις καρδιά, να ‘ναι βουνό, σπαθιά να τη χτυπούνε
γιατί ‘ναι μάτια έξυπνα και την καρδιά τρυπούνε

Να ‘σαι στην τρίχα, στο σεβντά, να μη σε μαραζώσουν
να μη σε νταλκαδιάσουνε και το κορμί σου λειώσουν 

Μ’ έκανες και χώρισα
Μ’ έκανες και χώρισα κι εσύ ‘σουν η αιτία
και τώρα μένουν μες στους πέντε δρόμους
πολύ με αγανάκτησες, σε τέτοια απελπισία
δεν θέλω για να βλέπω πια ανθρώπους

Μόνος μου μέσα στα βουνά θέλω να πάω να κατοικήσω
να ‘χω τα’ αγρίμια συντροφιά, βρε άτιμη μονάχος μου να ζήσω

 Βαριέστησα με σένανε την ώρα που ‘χω μπλέξει
αρνήθηκα τη μάνα μου για σένα
και άνθρωπος δε βρέθηκε για μένανε να τρέξει
να μάθει το τι μου ‘χεις καμωμένα

Ορφάνεψα από μικρός, συ βρέθηκες μπροστά μου
δεν ήξερα πως έτρεφα, κακούργα, φίδι μες στην αγκαλιά μου
    
Πάλι τραγούδι θα σου πω
Πάλι τραγούδι θα σου πω απ’ την καρδιά βγαλμένο
για σένανε χρονάκια δυο, ναζιάρα μου, μ’ έχεις φαρμακωμένο

Είμαι παιδάκι μάλαμα, παιδί από τα φίνα
το λέει όλος ο ντουνιάς, ναζιάρα μου, Περαίας και Αθήνα

Μα εσύ τρελή δε μ’ αγαπάς, με διώχνεις και με βρίζεις
και τα ολόγλυκα φιλιά, ναζιάρα μου, σ’ άλλονε τα χαρίζεις

Και μένα μάνα μ’ έκανε σαν όλους τον καημένο
πως βρέθηκα μη το  θαρρείς, βρε μάνα μου, στους δρόμους πεταμένος
  
Μάγκικο μελαχροινό
Κάνω την τσάρκα μου περνώ, για σε μικρό μελαχρινό
από τη γειτονιά σου
για τα γλυκά τα μάτια σου και για την εμορφιά σου
Νόστιμο τρελό μικρό μου μάγκικο μελαχρινό μου

Γιατί δε βγαίνεις να σε δω που ξέρεις πόσο σ’ αγαπώ
κρυφά από τη μαμά σου
μελαχρινό με τρέλανες με τη γλυκιά ματιά σου
Μάγκικο τρελό μικρό μου κορμί μελαχρινό μου

Ένα γλυκό φιλάκι σου βγάλ’ απ’ το στοματάκι σου
μη θες να με παιδεύεις
εσύ για μένα είσαι γιατρός, εσύ θα με γιατρέψεις
Νόστιμο τρελό μικρό μου μάγκικο μελαχρινό μου

Πεισματάρα
Πεισματάρα άσε τα νάζια σου
μη με μαραζώνεις με τα γινάτια σου
Πεισματάρα μ’ έριξες στα δίχτυα σου
εγώ θα σε λατρεύω για το πείσμα σου

Γιατί πεισμώνεις και γίνεσαι κακιά
γιατί να με πληγώνεις βαθιά μες στην καρδιά
Λυπήσου με ναζιάρα, στο λέω σ’ αγαπώ
και νάζια μη μου κάνεις γιατί θα τρελαθώ

Γιατί θυμώνεις και πεισματάρικο
μου πήρες την καρδιά μου μικρό χαδιάρικο
Μην κακιώνεις κι ας τα γινάτια σου
κι έλα να σε φιλήσω στα μαύρα μάτια σου
      
Τα μαγεμένα μάτια σου
Τα μαγεμένα μάτια σου μελαχρινή κυρά μου
έριξαν τις ελπίδες μου και τη φτωχή καρδιά μου

Με μάγεψαν και δεν μπορώ, τα μέσα μου πληγώνεις
όλα τα φιλοκάρδια μου και το κορμί μου λειώνεις

Για σένα τι υπόφερα στην έρημη ζωή μου
πόσα φαρμάκια και καημούς έβαλες στο κορμί μου

Μου ‘χεις ανάψει μια φωτιά και καίγουμ’ ολοένα
Τα έρημά μου τα σωθικά μου τα ‘χεις πληγωμένα
  
Ματσάκια πεντοχίλιαρα
Ματσάκια πεντοχίλιαρα θες για να την περάσεις
κι όταν καλά καλά σκεφτείς βρε τα μυαλά θα χάσεις

Στην αγορά όταν θα πας βάστα πουγκί μεγάλο
κι αν εισ’ ο δόλιος φουκαράς τράβα από δρόμο άλλο

Το πρόβλημα δεν λύνεται κι η γκρίνια παντ’ αρχίζει
Σαν η γυναίκα ανθίζεται πως το πουγκί στραγγίζει

Μόνο κανένας μπάρμπα σου μπορεί να σ’ αβαντάρει
τα τσεκ απ’ την Αμέρικα σε βγάζουν παλικάρι

Όσοι έχουνε πολλά λεφτά
Όσοι έχουνε πολλά λεφτά να ‘ξερα τι τα κάνουν
άραγε σαν πεθάνουνε μαζί τους θα τα πάρουν

Εγώ ψιλή στην τσέπη μου ποτές δεν αποτάσσω
κι όλα τα ντέρτια μου περνούν μόνο σαν μαστουριάζω

Αφού στον άλλονε ντουνιά λεφτά δεν θα περνάνε
τα ‘χουν και τα θυμιάζουνε δεν ξέρουν να τα φάνε

Αχ κακούργα
Αχ κακούργα πόσο με πληγώνεις
με το σκέρτσο σου πως με σκλαβώνεις
μ’ έκανες και σαν τρελός γυρίζω
την καρδιά μου πια δεν την ορίζω

Αχ κακούργα πάψε  αυτή τη ζήλια
φίλα με με τα γλυκά σου χείλια
αχ να ξέρεις πως με μαραζώνεις
ζηλιάρα γιατί θες να  με πληγώνεις

Σαν σε πρωτογνώρισα κυρά μου
μου ‘καψες βαθιά τα σωθικά μου
ζηλιάρα που όλο θες να με θυμώνεις
γιατί με το παραμικρό κακιώνεις

Μ’ έκαψες τσαχπίνα
Μ’ έκαψες τσαχπίνα μου ωραία
 μ’ έκαψες τσαχπίνα μου τρελή
μ’ έκαψες και λειώνω ολοένα
με τα’ ολογλυκό σου το φιλί

Με τα ολόξανθα μαλλιά σου φως μου
τσαχπίνα μου ‘χεις πάρει την καρδιά
μ’ έκαψες κι ένα φιλάκι δωσ’ μου
θέλω από σε παρηγοριά

Εσένα αγαπώ τρελή ξανθιά μου
έλα στη δική μου αγκαλιά
έλα να μου γιάνεις την καρδιά μου
με τα ολόγλυκά σου τα φιλιά

Σ’ έχω μες το νου μου όλη μέρα
τσαχπίνα μου να ξέρεις πως πονώ
έλα για να πάρει ο νους μου αέρα
με το γλυκό φιλί σου το στερνό

Η άτακτη
Ήθελα να σ’ αντάμωνα να σου ‘λεγα καμπόσα
κι αν δεν σου γύριζα το νου να μου ‘κοβαν τη γλώσσα

Δε σε θέλω, δε σε θέλω πια δεν σ’ αγαπώ
δε σε θέλω και πάρε και δρόμο και τράβα στο καλό

Μου το ‘πανε οι μάγισσες κι όλες οι καφετζούδες
μου το ‘πε μια απ’ την Αίγυπτο με τις φαρδιές πλεξούδες

Και τι δεν έκανα εγώ για να σε διορθώσω
μα εσύ’ σαι τόσο άταχτη, στρίψε για να γλυτώσω 
 
Αν φύγουμε στον πόλεμο
Αν φύγουμε στον πόλεμο μικρό μου Χαρικλάκι
θα κάνεις τον εισπράκτορα ή και το σωφεράκι

Θ’ αφήσεις το νοικοκυριό, θ’ αφήσεις την κουζίνα
τραγιάσκα θα φορείς στραβά θα σου πηγαίνει φίνα

Θα κόβεις εισιτήριο στο τραμ για το Παγκράτι
 οι γέροι θα σου κλείνουνε με πονηριά το μάτι

Κι όσοι για τα ματάκια σου τα μαύρα τσιμπηθούνε
και ρέστα από χιλιάρικο ποτέ δεν θα ζητούνε
 
Το διαζύγιο
Σου ‘δωσα διαζύγιο τι θέλεις από μένα
τώρα γυρίζεις και τα λες τι μου ‘χεις καμωμένα

Ξέρεις σε στεφανώθηκα μες στον Άγιο Διονύση
και σ’ έκανα νοικοκυρά και ποιος να σου μιλήσει

Κι εσύ μου την κοπάναγες και μου την αμολούσες
το βράδυ το Γιωργάκη σου το ‘παιρνες και γλεντούσες

Έπρεπε να σε σκότωνα να ‘κανα τα μυαλά σου
πάρε το διαζύγιο και τράβα στη δουλειά σου
 
Στο Φάληρο που πλένεσαι
Στο Φάληρο που πλένεσαι περιστεράκι γένεσαι
Σε είδα χτες με το μαγιό για σου τσαχπίνα μου Μαριώ
Στης θάλασσας την αμμουδιά με άλλον ήσουν αγκαλιά
Κι εμένα ούτε μια ματιά δεν μου ‘ριξες σκληρή καρδιά

Αλανιάρα του Περαία
Κάθε βράδυ θα σε περιμένω
κι όπου θέλω εγώ θα σε πηγαίνω
θέλω από σε να μ’ αγαπήσεις, αλανιάρα
τη φλόγα της καρδιάς μου να μου σβήσεις

Γιατί θες μικρό ν’ αναστενάζω
μάγκικα βρισιές να σ’ αραδιάζω
Μια που λες πως είσαι απ’ τον Περαία, αλανιάρα
να ξηγιέσαι όμορφα κι ωραία
κι αφού λες πως είσαι απ’ την Αθήνα, Ζοζεφίνα
να ξηγιέσαι μόρτικα και φίνα

Κάθε βράδυ ραντεβού μαζί μου
κι όλο σένα θ’ αγαπώ πουλί μου
έλα πάψε πια να με παιδεύεις
κι από μένα έχεις ότι γυρεύεις

Άφησε μικρό μου τα γινάτια
πάψε πια που μ’ έκανες κομμάτια
γιάνε μου κυρά μου την καρδιά μου
να μου σβήσεις φως μου το σεβντά μου
  
Τα ματόκλαδά σου λάμπουν
Τα ματόκλαδά σου λάμπουν σαν τα λέλουδα του κάμπου
Τα ματόκλαδά σου γέρνεις, νου και λογισμό που παίρνεις
Τα ματάκια σου αδελφούλα μου ραγίζουν την καρδούλα
Τα ματάκια σου να βγούνε σαν κι εμένα δεν θα βρούνε

Ο αραμπατζής
Τα τσίλικά σου τ’ άλογα λεβέντη αραμπατζή μου
κάθε πρωί που θα τα ιδώ μου κόβουν την ψυχή μου

Πάντα σε συλλογίζομαι ντερβίση αμαξά μου
είσαι κουρνάζος μάνα μου σ’ έβαλα στην καρδιά μου

Πάντα εσένα αγαπώ και συ να με λυπάσαι
γιατί για σε θα τρελαθώ πρέπει να με θυμάσαι

Και καρτερώ κάθε πρωί λεβέντη να περάσεις
κουρνάζε μου αραμπατζή και συ μη με ξεχάσεις
 
Χρόνια στον Περαία
Χρόνια μες στην Τρούμπα μαγκίτης κι αλανιάρης
φρόντισε να μάθεις κι ύστερα να με πάρεις

Είμαι παιδάκι έξυπνο παίζω και μπουζουκάκι
όλος ο κόσμος μ’ αγαπά γιατί ‘μια Συριανάκι

Στην πιάτσα που μεγάλωσα όλοι μ’ έχουν θαυμάξει
γιατί ‘μια μάγκας κι έξυπνος και σ’ όλα μου εντάξει

Οι μάγκες με προσέχουνε κι όλοι με λογαριάζουν
όταν με βλέπουν κι έρχομαι μαζί μου νταλκαδιάζουν
    
Μάρκος ο Συριανός
Όταν μπαίνω με κοιτούνε κι όπου κάτσω με κερνούνε
στον τεκέ και στην ταβέρνα νταλκαδιάζουνε με μένα

Κάτσε Μάρκο με φωνάζουν και στα μάτια με κοιτάζουν
Όσοι έχουνε σεβντάδες γω τους βάζω σε νταλκάδες

Βάζω το κεφάλι κάτω, το ποτήρι μου γεμάτο
αργιλέ, χασίς και μπύρα, γεια σου Μάρκο από τη Σύρα

Κι έτσι όλοι πια μου λένε, μερικούς κάνω και κλαίνε
σαν χτυπούν διπλοπενιές που ραγίζουνε καρδιές
  
Η γυναίκα μου ζηλεύει
Η γυναίκα μου γκρινιάζει κι όλο για λεφτά φωνάζει
Η γυναίκα μου ζηλεύει με το φυσικό της ρεύει
Δεν μ’ αρέσουν τέτοια κάλλη θα της σπάσω το κεφάλι
Δεν με νοιάζει για γυναίκα, διώχνω αυτή, μαζεύω δέκα
Θα της δώσω το ποδάρι κι όποιονε γουστάρει ας πάρει

Ο χασάπης
Χασάπη μου με την ποδιά που σαν τη δέσεις πίσω
όταν σε δω χασάπη μου τώρα θα ξεψυχήσει

Γυαλίζουν τα θηκάρια σου στη μέση που τα βάνεις
με την ποδιά την κόκκινη εσύ θα με τρελάνεις

Αστράφτουν τα μαχαίρια σου λάμπει και το μασάτι
λάμπουν τα μαύρα μάτια σου μαγκίτη μου χασάπη

Παλεύεις με τα αίματα μα δεν πονεί η καρδιά σου
χασάπη μου σε αγαπώ μ’ αυτή την λεβεντιά σου
 
Κάποτε ήμουνα κι εγώ
Κάποτε ήμουνα κι εγώ παιδάκι από τα φίνα
και η καρδιά μου επόνεσε για μια γλυκιά τσαχπίνα

Όταν την έπαιρνα μαζί ο κόσμος με κοιτούσε
μ’ αυτή μου την αμόλησε και μ’ άλλονε γλεντούσε  

Κι από το ντέρτι το πολύ θολώνει το μυαλό μου
και η ψυχή μου η δύστυχη σπαράζει απ’ τον καημό μου

Και από τότε πια κι εγώ καμιά πια δε γουστάρω
τη τζούρα μου πάντα τραβώ και ναργιλέ φουμάρω

Ο Ηρακλής
Ήμουνα μάγκας μια φορά με φλέβα αριστοκράτη
τώρα θα γίνω δάσκαλος σαν τον σοφό Σωκράτη

Ο Πάρις θα γινόμουνα να ‘κλεβα την Ελένη
ν’ άφηνα τον Μενέλαο με την καρδιά καμένη

Ήθελα να ‘μια ο Ηρακλής όταν σε πρωτοείδα
να σου ‘κοβα την κεφαλή σαν τη Λερναία Ύδρα

Τι άλλο θέλεις να γινώ για να με αγαπήσεις
εσύ με το κεφάλι σου τον Ξέρξη θα ζητήσεις

Ο  γρουσούζης
Βρε γρουσούζη όλη νύχτα κάθεσαι και μπεκροπίνεις
και στο σπίτι τα παιδιά σου θεονήστικα τα’ αφήνεις

Μεθυσμένος όλη μέρα που γυρνάς και μπεκρουλιάζεις
και την οικογένειά σου απ’ την πείνα την ταράζεις

Κοίταξε ν’ αλλάξεις γνώμη να μαζέψεις τα μυαλά σου 
να σου μείνει μια δεκάρα να τη φέρνεις στα παιδιά σου

Σαν εγώ δεν σου αρέσω κοίταξε άλλη να πάρεις
δεν μπορώ πια να σ’ αντέξω να ‘σαι μπέκρος και γκρινιάρης

Πλημμύρα
Με την φετινή πλημμύρα όρη και βουνά επήρα
είδα μάνα να φωνάζει και βαριά ν’ αναστενάζει

Το μωρό, το μικρό, το παιδί μου
σώσε μου το και παρ’ τη ζωή μου

Έπεσα για να το σώσω, κόντεψα να μη γλυτώσω,
με παράσυρε το ρέμα, μάνα μου δεν είναι ψέμα
 
Άδειασέ μου τη γωνιά
Κάποιος φίλος μου σε είδε χτες στην αγορά
κι έπινες ουζάκι με το μάγκα τον ψαρά
σ’ είχε αγκαλιασμένη και γλεντάγατε μαζί
ζούλα σ’ ένα φίνο μαγαζί

Δεν σε θέλω, δεν σε θέλω άδειασέ μου τη γωνιά
την ανθίστηκα μπαμπέσα τη δική σου απονιά

Ήσουν όλο σκέρτσο βρε παμπόνηρη ξανθιά
ξέχασες τα χάδια μου και τα γλυκά φιλιά
όνειρα ξηγήθηκες και θα σ’ εκδικηθώ
δεν σε θέλω πια, δεν σ’ αγαπώ

Δεν σε θέλω, δεν μ’ αρέσεις, άδειασέ μου τη γωνιά
φτάνει πια να κοροϊδεύεις, τράβα σ’ άλλη γειτονιά
  
Η κολπατζού
Περνάς και δε με χαιρετάς τα κόλπα σου μη κάνεις
μην κάνεις το κορόιδο γιατί θα με τρελάνεις

Δεν παύεις τα ναζάκια σου κι άφησε τα γινάτια
υπόφερα τόσους καημούς για τα γλυκά σου μάτια

Τι να στα λέω κολπατζού δεν το καταλαβαίνεις
οι μάπες σου είναι έτοιμες και να τις περιμένεις

Ζητώ παντού ο καημένος
Νύχτα και μέρα γυρίζω μες στους δρόμους
ζητώ παντού ο καημένος να βρω παρηγοριά
λαχτάρησα τα χάδια, τα πρώτα μας τα βράδια
θυμούμαι κάποιες νύχτες με πόνο στην καρδιά

Μ’ άλλον πια σμίγεις, γιατί, γιατί να φύγεις
ρωτώ δυστυχισμένος γιατί να μ’ αρνηθείς
δεν πόνεσε η καρδιά σου, δεν δάκρυσε η ματιά σου
γιατί να με ξεχάσεις και άλλον να ποθείς

 Χάνομαι, σβήνω, δεν ξέρω τι θα γίνω
γυρνώ πια απελπισμένος, στιγμή δεν σε ξεχνώ
θυμόμουν τα φιλιά σου, ζητώ την αγκαλιά σου
 με δέρνει ο καημός μου και κλαίω και θρηνώ

Κορόιδο
Τα ‘πιες και μας εσούρωσες κι ήρθες για να μας βρίσεις
και δεν κοιτάς την τύφλα σου, κορόιδο, παρά μας φοβερίζεις

Πόσες κλωτσιές έχεις να φας, που πάντα νταηλίζεις
και στα καλά καθούμενα, κορόιδο, όλο τον κόσμο βρίζεις

Χωρίς να κάνεις τίποτις, το λέει η ψυχή σου
που κάθε μέρα βρίσκεται, κορόιδο, σπασμένη η κεφαλή σου

Τώρα την καλοκαιριά
Τώρα την καλοκαιριά μικρό μου, φεύγεις απ’ το σπίτι το δικό μου
έννοια σου και θα το μετανιώσεις, σαν το κεράκι αλανιάρα μου θα λιώσεις

Φεύγεις κι έχω μείνει μοναχός μου κι έχω την κατακραυγή του κόσμου
γουστάρισες να μου την αμολήσεις με άλλονε να πας να βρεις να ζήσεις

Φεύγεις και μ’ αφήνεις λυπημένο δεν πόνεσες για μένα τον καημένο
ζήσαμε μαζί τρία χρονάκια μ’ άφησες με δυο μικρά παιδάκια

Ο αλανιάρης
Είμαι αλανιάρης στους δρόμους τριγυρίζω
κι απ’ τη πολλή μαστούρα μου κανένα δεν γνωρίζω

Τσοντάρησ’ αδερφούλα μου να πιούμε τσιμπουκάκι
μαζί να μαστουριάζουμε ν’ ακούσω μπουζουκάκι

Καντόνε ντερβισόμαγκα τον αργιλέ να τρίζει
και με φωτιά του θυμαριού να πιω και να σφυρίζει

Μαστούρια όταν γίνουμε παιδιά μες στον τεκέ μας
όλοι εσένα αγαπούν περήφανε αργιλέ μας
  
Ο μαστούρας
Σαν μαστουριάσω και γινώ λιώμα από την μαστούρα
ξεχνώ όλα μου τα βάσανα κι όλη μου τη σκοτούρα

Με πίκρες και με βάσανα με προίκησεν η φύση
κι όλα περνούν και χάνονται μόνο με το χασίσι

Κι έτσι ησυχάζω και περνώ και σέρνω το κορμί μου
απ’ την μαστούρα την πολλή που ‘χω στην κεφαλή μου

Εγώ μάγκας γεννήθηκα και μάγκας θα πεθάνω
κι ας φυτρώσουν χασισιές στον τάφο μου από πάνω
  
Ο δερβίσης
Δερβίση μου να ‘ρχόσουνα μια ώρα στο τσαρδί μας
και θα ‘βρισκες τους φίλους μας που είναι όλοι δικοί μας

Πενιά φοράτη θ’ άκουγες με φίνους μπαγλαμάδες
τσιμπούκια που θα πίνουνε να τρίζουν οι λουλάδες

 Μπουζούκι που θα παίζουνε με ανοιχτό ντουζένι
τη βόλτα που θα έφερνες και συ καραντουζένι

Κέφι λοιπόν θα κάνουμε και συ καλός ντερβίσης
μόνο ο χάρος ο σκληρός αυτός θα μας χωρίσει

Μα γω δεν είμαι ποιητής τραγούδια να ταιριάζω
και μου τα φέρνει ο αργιλές και τα κατασκευάζω
 
Ο χαρμάνης
Χαρμάνης ειμ’ απ’ το πρωί πάω για να φουμάρω
μες στον τεκέ του Μίχαλου (Σάλωνα) που ‘χει το φίνο μαύρο

Θα ‘ρθω για να μαστουρωθώ να σπάσω νταλκαδάκι
να φύγει η κάψα απ’ την καρδιά κι όλο μου το φαρμάκι

Τέτοια ζωή που έκανα κι αυτή θα ξανακάνω
σ’ αυτόν τον ψεύτικο ντουνιά ντερβίσης θα ποθάνω

  Θα προτιμήσω θάνατο το μαύρο δεν τα’ αφήνω
κι όταν καπνίζει ο λουλάς την τζούρα μου θα πίνω

Εφουμέρναμε ένα βράδυ
Εφουμέρναμε ένα βράδυ αργιλέ, σπαχάνι, μαύρη
δίχως (χωρίς) να ‘χουμε στην πόρτα τσιλιαδόρους όπως πρώτα

Κι έρχονται δυο πολιτσμάνοι και δεν βρίσκουνε ντουμάνι
Ζούλα όλοι οι αργιλέδες φυλαχτείτε από τους τζέδες

Στάσου πόλιτσμαν λεβέντη κι ας τον αργιλέ να καίει
να φουμάρει το τουρκάκι που ‘ναι φίνο ντερβισάκι

Μαύρο φέρνει από τη Σμύρνη και καλάμι από τα Αϊδίνι
και χαρά στον που την πίνει
   
Χτες το βράδυ στο σκοτάδι
Χτες το βράδυ στο σκοτάδι με στριμώξανε δυο μαύροι
έρευνα για να μου κάνουν και το μαύρο να μου πάρουν

Είχα κάνει φίνα ζούλα που τους έπιασε τρεμούλα
ψάξανε να μου το βρούνε, μάγκα τώρα θα το πιούμε

Το πρωί στο Διοικητή και το βράδυ στην Αρχή
κι έτσι μάγκα με δικάζουν και οι μαύροι ησυχάζουν
   
Ώρες με θρέφει ο λουλάς
Ώρες με θρέφει ο λουλάς, ώρες αδυνατάω
ώρες με ρίχνει σε νταλγκά κι ανθρώπου δε μιλάω

Γυρίζει ο νους μου εδώ κι εκεί κι όλος ο λογισμός μου
κι αισθάνομαι πως μια στιγμή θα ‘ρθει ο θάνατός μου

Δεν θα μπορέσω ούτε στιγμής ποτές να τα ξεχάσω
Στον κόσμο που γεννήθηκα ποτές να ησυχάσω

Ρεμπελεμένη μου ζωή πάψε πια για τα μένα
τι σου  ‘κανα και μου ‘κανες τα μάτια βουρκωμένα
  
Όταν πίνω τουμπεκάκι
Όταν πίνω τουμπεκάκι θα φουμάρω τσιμπουκάκι
Τότε πιάνω το μπουζούκι σπαν’ οι μάγκες μαστουρλούκι
Και θα κάτσω στη γωνία με λαχτάρα και μανία
Κι όσοι κι αν γινούνε πίνω μήτε τζούρα δεν αφήνω
Μόλις έρθω στο ντουζένι κι άλλος αργιλές θα γένει
Δεν το κάνεις να το πιούμε ίσως και μαστουρωθούμε

Χαράματα η ώρα τρεις
Χαράματα η ώρα τρεις θα ‘ρθω να σε ξυπνήσω
κρυφά από τη μάνα σου, να σε χαρώ
να βγεις να σου μιλήσω

Δεν θα μας δει άλλος κανείς μόνο το φεγγαράκι
έβγα στο παραθύρι σου, να σε χαρώ
και δωσ’ μου ένα φιλάκι

Τη μυστική αγάπη μας κρυφά να την κρατήσεις
χείλια που να σου κάνουνε, να σε χαρώ
να μην τη μαρτυρήσεις  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου